για τις συμβάσεις εμπορευματικών μεταφορών μέσω των εσωτερικών πλωτών οδών (CMNI) (*)
ΣΥΜΒΑΣΗ ΤΗΣ ΒΟΥΔΑΠΕΣΤΗΣ
για τις συμβάσεις εμπορευματικών μεταφορών μέσω των εσωτερικών πλωτών οδών (CMNI) (*)
ΤΑ ΣΥΜΒΑΛΛΟΜΕΝΑ ΜΕΡΗ ΤΗΣ ΠΑΡΟΥΣΑΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ,
ΛΑΜΒΑΝΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ τις συστάσεις που διατυπώθηκαν στην τελική πράξη της Διάσκεψης για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη, της 1ης Αυγούστου 1975, για την εναρμόνιση των νομικών καθεστώτων με σκοπό την ανάπτυξη των μεταφορών από τα κράτη μέλη της Κεντρικής Επιτροπής για τη Ναυσιπλοΐα στον Ρήνο, και της Επιτροπής του Δούναβη σε συνεργασία με την Οικονομική Επιτροπή των Ηνωμένων Εθνών για την Ευρώπη,
ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΟΝΤΑΣ ότι είναι αναγκαίο και σκόπιμο να θεσπισθούν με κοινή συμφωνία ορισμένοι ενιαίοι κανόνες σχετικά με τις συμβάσεις εμπορευματικών μεταφορών,
ΑΠΟΦΑΣΙΣΑΝ να συνάψουν Σύμβαση προς το σκοπό αυτό και συμφώνησαν τα εξής:
ΚΕΦΑΛΑΙΟ I
ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 1
Ορισμοί
Στην παρούσα Σύμβαση νοείται ως:
1. «σύμβαση μεταφοράς»: παντός είδους σύμβαση με την οποία ο μεταφορέας αναλαμβάνει έναντι πληρωμής την εσωτερική πλωτή μεταφορά εμπορευμάτων·
2. «μεταφορέας»: το πρόσωπο το οποίο έχει συνάψει σύμβαση μεταφοράς εμπορευμάτων με φορτωτή·
3. «πραγματικός μεταφορέας»: κάθε πρόσωπο, εκτός από υπάλληλο ή πράκτορα του μεταφορέα, στο οποίο ο xxxxxxxxxx έχει αναθέσει την εκτέλεση της μεταφοράς ή μέρους αυτής·
4. «φορτωτής»: το πρόσωπο το οποίο έχει συνάψει σύμβαση μεταφοράς με μεταφορέα ή το πρόσωπο για λογαριασμό του οποίου έχει συναφθεί τέτοια σύμβαση·
5. «παραλήπτης»: το πρόσωπο που είναι εντεταλμένο να παραλάβει τα εμπορεύματα·
6. «παραστατικό μεταφοράς»: έγγραφο που αποδεικνύει την ύπαρξη σύμβασης μεταφοράς και παραλαβής ή φόρτωσης εμπορευμάτων από μεταφορέα, το οποίο έχει συνταχθεί υπό μορφή φορτωτικής ή δελτίου παράδοσης ή άλλου εγγράφου που χρησιμοποιείται στις εμπορικές συναλλαγές·
7. «εμπορεύματα»: στα εμπορεύματα δεν περιλαμβάνονται τα ελκόμενα ή τα ωθούμενα σκάφη ή αποσκευές ή τα οχήματα επιβατών· εφόσον τα εμπορεύματα είναι συγκεντρωμένα σε εμπορευματοκιβώτιο, σε παλέτα ή μέσα ή επάνω σε παρόμοιο είδος εξοπλισμού μεταφοράς ή εφόσον είναι συσκευασμένα, στα «εμπορεύματα» συμπεριλαμβάνονται αυτά τα είδη εξοπλισμού μεταφοράς ή η συσκευασία, εάν παρέχονται από τον φορτωτή·
8. «εγγράφως»: η έννοια περιλαμβάνει, εκτός εάν έχουν συμφωνήσει διαφορετικά τα συμβαλλόμενα μέρη, διαβίβαση πληροφοριών με ηλεκτρονικά, οπτικά ή παρόμοια μέσα επικοινωνίας, μεταξύ των οποίων είναι, αλλά όχι μόνο, τηλεγράφημα, συσκευές τηλεομοιοτυπίας (φαξ), τηλέτυπα, ηλεκτρονικό ταχυδρομείο ή ηλεκτρονική ανταλλαγή δεδομένων (EDI), με την προϋπόθεση ότι οι πληροφορίες είναι προσβάσιμες, ώστε να είναι χρήσιμες για μεταγενέστερη αναφορά.
9. Ως εφαρμοστέα νομοθεσία κράτους σύμφωνα με την παρούσα Σύμβαση νοούνται οι κανόνες δικαίου που ισχύουν στο εν λόγω κράτος, πλην των κανόνων ιδιωτικού διεθνούς δικαίου του συγκεκριμένου κράτους.
(*) Ενεκρίθη από τη διπλωματική διάσκεψη που συνοργανώθηκε από την CCNR, την επιτροπή του Δουνάβεως και την UN/ECE και έλαβε χώρα στη Βουδαπέστη από 25 Σεπτεμβρίου έως 3 Οκτωβρίου 2000.
Άρθρο 2
Πεδίο εφαρμογής
1. Η παρούσα Σύμβαση εφαρμόζεται σε κάθε σύμβαση μεταφοράς σύμφωνα με την οποία ο λιμένας φόρτωσης ή ο τόπος παραλαβής των εμπορευμάτων και ο λιμένας εκφόρτωσης ή ο τόπος παράδοσης των εμπορευμάτων βρίσκονται σε δύο διαφορετικά κράτη, ένα τουλάχιστον από τα οποία είναι συμβαλλόμενο μέρος της παρούσας Σύμβασης. Εάν στη σύμβαση μεταφοράς προβλέπεται η επιλογή μεταξύ διαφόρων λιμένων εκφόρτωσης ή τόπων παράδοσης, καθοριστικός για την εν λόγω επιλογή είναι ο λιμένας εκφόρτωσης των εμπορευμάτων ή ο τόπος πραγματικής παράδοσής τους.
2. Η παρούσα Σύμβαση εφαρμόζεται εφόσον πρόκειται για σύμβαση μεταφοράς εμπορευμάτων χωρίς μεταφόρτωση, τόσο σε εσωτερικές πλωτές οδούς όσο και σε ύδατα στα οποία εφαρμόζονται οι κανονισμοί περί ναυτιλίας, υπό τους όρους που προβλέπονται στην παράγραφο 1, εκτός εάν:
α) έχει εκδοθεί θαλάσσια φορτωτική σύμφωνα με τις διατάξεις του εφαρμοστέου ναυτιλιακού δικαίου ή
β) είναι μεγαλύτερη η απόσταση που πρόκειται να διανυθεί σε ύδατα όπου εφαρμόζονται οι κανονισμοί περί θαλάσσιας ναυτιλίας.
3. Η παρούσα Σύμβαση εφαρμόζεται ανεξαρτήτως εθνικότητας, τόπου νηολόγησης ή λιμένα νηολογίου του σκάφους ή ανεξαρτήτως εάν πρόκειται για σκάφος θαλάσσιων μεταφορών ή εσωτερικής ναυσιπλοΐας και ανεξαρτήτως εθνικότητας, κατοικίας, έδρας ή τόπου διαμονής του μεταφορέα, του φορτωτή ή του παραλήπτη των φορτίων.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ II
ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΚΑΙ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΤΩΝ ΣΥΜΒΑΛΛΟΜΕΝΩΝ ΜΕΡΩΝ
Άρθρο 3
Παραλαβή, μεταφορά και παράδοση εμπορευμάτων
1. Ο μεταφορέας μεταφέρει τα εμπορεύματα στον τόπο παράδοσής τους εντός της προκαθορισμένης προθεσμίας και τα παραδίδει στον παραλήπτη τους στην κατάσταση στην οποία του παραδόθηκαν.
2. Εκτός εάν συμφωνηθεί άλλως, η παραλαβή και η παράδοση των εμπορευμάτων πραγματοποιείται επί του σκάφους.
3. Ο μεταφορέας αποφασίζει ποιο πλοίο πρέπει να χρησιμοποιηθεί. Ο μεταφορέας δεσμεύεται, πριν και κατά την έναρξη της μεταφοράς, να επιδεικνύει τη δέουσα επιμέλεια προκειμένου να διασφαλίσει ότι, ανάλογα με τα εμπορεύματα που πρόκειται να μεταφερθούν, το σκάφος είναι σε κατάσταση παραλαβής του φορτίου, είναι αξιόπλοο, επανδρωμένο και εξοπλισμένο όπως ορίζουν οι ισχύοντες κανονισμοί και εφοδιασμένο με τις απαραίτητες εθνικές και διεθνείς άδειες για τη μεταφορά των εν λόγω εμπορευμάτων.
4. Εφόσον συμφωνηθεί ότι η μεταφορά πραγματοποιείται με συγκεκριμένο σκάφος ή τύπο σκάφους, ο μεταφορέας δικαιούται να φορτώσει ή να μεταφορτώσει τα εμπορεύματα, εν όλω ή εν μέρει, σε άλλο σκάφος ή σε άλλο τύπο σκάφους, χωρίς τη συγκατάθεση του φορτωτή, μόνο:
α) υπό συνθήκες, όπως χαμηλή στάθμη υδάτων ή σύγκρουση ή άλλο εμπόδιο ναυσιπλοΐας, οι οποίες ήταν απρόβλεπτες κατά τη σύναψη της σύμβασης μεταφοράς και υπό τις οποίες η φόρτωση ή η μεταφόρτωση των εμπορευμάτων είναι αναγκαία για την εκτέλεση της σύμβασης μεταφοράς, και όταν ο μεταφορέας δεν είναι σε θέση να λάβει εντός της κατάλληλης χρονικής περιόδου οδηγίες από τον φορτωτή, ή
β) όταν πρόκειται για συνήθη πρακτική στον λιμένα όπου βρίσκεται το σκάφος.
5. Ο μεταφορέας μεριμνά ώστε η φόρτωση, η στοιβασία και η στερέωση των εμπορευμάτων δεν θίγουν την ασφάλεια του σκάφους, εξαιρουμένων των προβλεπόμενων στις υποχρεώσεις του φορτωτή.
6. Ο μεταφορέας έχει δικαίωμα να μεταφέρει τα εμπορεύματα στο κατάστρωμα ή σε ανοικτά σκάφη μόνον εφόσον έχει συμφωνήσει σχετικά με τον φορτωτή ή εφόσον αυτό είθισται στον συγκεκριμένο τύπο εμπορίου ή εφόσον απαιτείται από νομοθετικές διατάξεις.
Άρθρο 4
Πραγματικός·μεταφορέας
1. Σύμβαση κατά τον ορισμό του άρθρου 1 παράγραφος 1 που έχει συναφθεί μεταξύ μεταφορέα και πραγματικού μεταφορέα συνιστά σύμβαση μεταφοράς κατά την έννοια της παρούσας Σύμβασης. Για τους σκοπούς της εν λόγω σύμβασης, εφαρμόζονται στον μεταφορέα όλες οι διατάξεις της παρούσας Σύμβασης που αφορούν τον φορτωτή και εφαρμόζονται στον πραγματικό μεταφορέα οι διατάξεις που αφορούν τον μεταφορέα.
2. Εφόσον ο μεταφορέας αναθέσει την εκτέλεση της μεταφοράς ή μέρος αυτής σε πραγματικό μεταφορέα, ανεξαρτήτως κατά πόσον ή όχι ασκεί ελευθερία προβλεπόμενη στη σύμβαση, ο μεταφορέας παραμένει ούτως ή άλλως υπεύθυνος για όλη τη μεταφορά σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας Σύμβασης. Όλες οι διατάξεις της παρούσας Σύμβασης που διέπουν την ευθύνη του μεταφορέα εφαρμόζονται επίσης και στην ευθύνη του πραγματικού μεταφορέα για τη μεταφορά που πραγματο ποιείται με δική του μέριμνα.
3. Σε όλες τις περιπτώσεις ο μεταφορέας ενημερώνει τον φορτωτή όταν αναθέτει την εκτέλεση της μεταφοράς ή μέρους αυτής σε πραγματικό μεταφορέα.
4. Οποιαδήποτε συμφωνία με τον φορτωτή ή τον παραλήπτη για την επέκταση της ευθύνης του μεταφορέα σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας Σύμβασης επηρεάζει τον πραγματικό μεταφορέα μόνον εφόσον ο πραγματικός μεταφορέας έχει συμφωνήσει ρητά και εγγράφως. Ο πραγματικός μεταφορέας δύναται να προβάλει όλες τις αντιρρήσεις που επικαλείται ο μεταφορέας με βάση τη σύμβαση μεταφοράς.
5. Αν και στον βαθμό που υπεύθυνοι είναι και ο μεταφορέας και ο πραγματικός μεταφορέας, η ευθύνη τους είναι κοινή και αλληλέγγυα. Καμία διάταξη του παρόντος άρθρου δεν θίγει το μεταξύ τους δικαίωμα προσφυγής.
Άρθρο 5
Χρόνος παράδοσης
Ο μεταφορέας παραδίδει τα εμπορεύματα εντός της προθεσμίας που έχει συμφωνηθεί στη σύμβαση μεταφοράς ή, ελλείψει συμφωνίας για την προθεσμία, εντός της προθεσμίας που θα μπορούσε να απαιτηθεί από ευσυνείδητο μεταφορέα, με βάση τις συνθήκες μεταφοράς και την απρόσκοπτη ναυσιπλοΐα.
Άρθρο 6
Υποχρεώσεις του φορτωτή
1. Ο φορτωτής είναι υποχρεωμένος να καταβάλει τα ποσά που οφείλει δυνάμει της σύμβασης μεταφοράς.
2. Ο φορτωτής παρέχει εγγράφως στον μεταφορέα, πριν την παράδοση των εμπορευμάτων, τα εξής στοιχεία σχετικά με τα εμπορεύματα που πρόκειται να μεταφερθούν:
α) διαστάσεις, αριθμό ή βάρος και συντελεστή στοιβασίας των εμπορευμάτων· β) σήματα αναγκαία για την ταυτοποίηση των εμπορευμάτων·
γ) φύση, χαρακτηριστικά και ιδιότητες των εμπορευμάτων·
δ) οδηγίες σχετικά με τις τελωνειακές ή διοικητικές διατυπώσεις που ισχύουν για τα εμπορεύματα· ε) άλλα αναγκαία στοιχεία που πρέπει να αναγράφονται στο παραστατικό μεταφοράς.
Κατά την παράδοση των εμπορευμάτων ο φορτωτής παραδίδει επίσης στον μεταφορέα όλα τα απαραίτητα συνοδευτικά έγγραφα.
3. Εάν το απαιτεί η φύση των εμπορευμάτων, ο φορτωτής συσκευάζει, σύμφωνα με τη συμφωνηθείσα μεταφορά, τα εμπορεύματα κατά τρόπο ώστε να αποφεύγεται η απώλεια ή ζημία τους από τη στιγμή παραλαβής τους από τον μεταφορέα έως την παράδοσή τους και κατά τρόπο που να μην προκληθεί ζημία στο σκάφος ή σε άλλα εμπορεύματα. Σύμφωνα με όσα έχουν συμφωνηθεί ενόψει της μεταφοράς, ο φορτωτής μεριμνά επίσης για την κατάλληλη σήμανση, σύμφωνα με τις εφαρμοστέες διεθνείς ή εθνικές ρυθμίσεις ή, ελλείψει αυτών, σύμφωνα με τους εν γένει αναγνωρισμένους κανόνες και πρακτικές στην εσωτερική ναυσιπλοΐα.
4. Με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων που βαρύνουν το μεταφορέα, ο φορτωτής φορτώνει και στοιβάζει τα εμπορεύματα και τα στερεώνει σύμφωνα με την πρακτική της εσωτερικής ναυσιπλοΐας, εκτός εάν η σύμβαση ορίζει διαφορετικά.
Άρθρο 7
Επικίνδυνα και ρυπογόνα εμπορεύματα
1. Εάν πρόκειται να μεταφερθούν επικίνδυνα ή ρυπογόνα εμπορεύματα, ο φορτωτής ενημερώνει τον μεταφορέα πριν από την παράδοση των εμπορευμάτων και επιπροσθέτως των στοιχείων που αναφέρονται στο άρθρο 6 παράγραφος 2 με σαφήνεια και εγγράφως για τον κίνδυνο και τη ρύπανση που ενδέχεται να προξενήσουν τα εμπορεύματα και για τις προφυλάξεις που πρέπει να ληφθούν.
2. Εφόσον απαιτείται η χορήγηση αδείας για τη μεταφορά επικίνδυνων ή ρυπογόνων εμπορευμάτων, ο φορτωτής παραδίδει τα αναγκαία έγγραφα το αργότερο κατά την παράδοση των εμπορευμάτων.
3. Εφόσον η συνέχιση της μεταφοράς, η απόρριψη ή η παράδοση επικίνδυνων ή ρυπογόνων εμπορευμάτων καθίσταται αδύνατη λόγω έλλειψης διοικητικής αδείας, ο φορτωτής αναλαμβάνει τα έξοδα επιστροφής των εμπορευμάτων στον λιμένα φόρτωσής τους ή στον πλησιέστερο τόπο όπου είναι δυνατόν να εκφορτωθούν ή να διατεθούν.
4. Σε περίπτωση άμεσου κινδύνου για τον άνθρωπο, την περιουσία ή το περιβάλλον, ο μεταφορέας δικαιούται να εκφορτώσει τα εμπορεύματα, να τα καταστήσει αβλαβή ή, εάν το μέτρο αυτό δεν είναι δυσανάλογο προς τον κίνδυνο που παρουσιάζουν, να τα καταστρέψει, ακόμη και εάν, πριν από την παράδοσή τους, πληροφορηθεί ή ενημερωθεί με άλλα μέσα για τη φύση του κινδύνου ή την ενδεχόμενη ρύπανση που ενέχουν τα εμπορεύματα.
5. Εφόσον ο μεταφορέας δικαιούται να λάβει τα μέτρα που προβλέπονται στις παραγράφους 3 και 4 ανωτέρω, δύναται να αξιώσει αποζημίωση για τις ζημίες που προκλήθηκαν.
Άρθρο 8
Υποχρεώσεις του φορτωτή
1. Ο φορτωτής, ακόμη και εάν δεν είναι δυνατόν να του αποδοθεί κανένα σφάλμα, είναι υπεύθυνος για όλες τις ζημίες και τα έξοδα που προκλήθηκαν από τον μεταφορέα ή τον πραγματικό μεταφορέα, εξαιτίας του γεγονότος ότι:
α) τα στοιχεία ή οι πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 6 παράγραφος 2 ή στο άρθρο 7 παράγραφος 1 λείπουν, είναι ανακριβείς ή ατελείς·
β) τα επικίνδυνα ή ρυπογόνα εμπορεύματα δεν φέρουν επισήμανση ή ετικέτα σύμφωνα με τις ισχύουσες διεθνείς ή εθνικές ρυθμίσεις ή, ελλείψει τέτοιων ρυθμίσεων, σύμφωνα με τους εν γένει αναγνωρισμένους κανόνες και πρακτικές στην εσωτερική ναυσιπλοΐα·
γ) τα αναγκαία συνοδευτικά έγγραφα λείπουν, είναι ανακριβή ή ατελή.
Ο μεταφορέας δεν μπορεί να επικαλεσθεί την ευθύνη του φορτωτή, εάν αποδειχθεί ότι το σφάλμα οφείλεται στον ίδιο, υπαλλήλους του ή πράκτορές του. Το αυτό ισχύει και για τον πραγματικό μεταφορέα.
2. Ο φορτωτής είναι υπεύθυνος για τις πράξεις και τις παραλείψεις προσώπων, τις υπηρεσίες των οποίων ζητεί για να εκτελέσει τα καθήκοντά του και να τηρήσει τις υποχρεώσεις που αναφέρονται στα άρθρα 6 και 7, όταν τα πρόσωπα αυτά ενεργούν στο πλαίσιο της εργασίας τους, ως εάν οι εν λόγω πράξεις ή παραλείψεις που διαπιστώθηκαν να ήταν δικές του.
Άρθρο 9
Καταγγελία της σύμβασης μεταφοράς από τον μεταφορέα
1. Ο μεταφορέας δύναται να καταγγείλει τη σύμβαση μεταφοράς εάν ο φορτωτής δεν εκτελέσει τις υποχρεώσεις που καθορίζονται στο άρθρο 6 παράγραφος 2 ή στο άρθρο 7 παράγραφοι 1 και 2.
2. Εάν ο μεταφορέας κάνει χρήση του δικαιώματος του να καταγγείλει τη σύμβαση, δύναται να εκφορτώσει τα εμπορεύματα με δαπάνες του φορτωτή και να αξιώσει κατά προαίρεση την καταβολή ενός των κάτωθι ποσών:
α) το ένα τρίτο του συμφωνηθέντος ναύλου ή
β) επιπλέον τυχόν τέλους επισταλίας, αποζημίωση ίση με το ύψος των εξόδων και της ζημίας που προκλήθηκαν, καθώς και, σε περίπτωση που έχει ήδη αρχίσει ο πλους, ανάλογο ναύλο για το τμήμα της μεταφοράς που έχει ήδη πραγματοποιηθεί.
Άρθρο 10
Παράδοση των εμπορευμάτων
1. Κατά παρέκκλιση από την υποχρέωση του φορτωτή βάσει του άρθρου 6 παράγραφος 1, ο παραλήπτης ο οποίος, μετά την άφιξη των εμπορευμάτων στον τόπο παράδοσης, ζητεί την παράδοσή τους, σύμφωνα με τη σύμβαση μεταφοράς, φέρει την ευθύνη για τον ναύλο και άλλες επιβαρύνσεις οφειλόμενες για τα εμπορεύματα, καθώς και για το μερίδιό του σε τυχόν αβαρία. Ελλείψει παραστατικού μεταφοράς ή μη προσκόμισης τέτοιου εγγράφου, ο παραλήπτης φέρει την ευθύνη για τον ναύλο που συμφωνήθηκε με τον φορτωτή, εάν αυτό συνάδει με την πρακτική στην αγορά.
2. Η θέση των εμπορευμάτων στη διάθεση του παραλήπτη σύμφωνα με τη σύμβαση μεταφοράς ή βάσει χρήσης συγκεκριμένης εμπορικής ρύθμισης ή νομοθετικής διάταξης που ισχύει στο λιμένα εκφόρτωσης θεωρείται παράδοση. Η επιβαλλόμενη παράδοση των εμπορευμάτων σε αρμόδια αρχή ή σε τρίτο μέρος θεωρείται επίσης παράδοση.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙΙ
ΠΑΡΑΣΤΑΤΙΚΑ ΜΕΤΑΦΟΡΑΣ
Άρθρο 11
Φύση και περιεχόμενο
1. Για κάθε μεταφορά εμπορευμάτων που διέπεται από την παρούσα Σύμβαση, ο μεταφορέας εκδίδει παραστατικό μεταφοράς· εκδίδει φορτωτική μόνο εφόσον ο φορτωτής τη ζητήσει και εάν αυτό συμφωνηθεί πριν φορτωθούν τα εμπορεύματα ή πριν παραδοθούν για μεταφορά. Η έλλειψη παραστατικού μεταφοράς ή ατελές παραστατικό δεν θίγει την εγκυρότητα της σύμβασης μεταφοράς.
2. Το πρωτότυπο του παραστατικού μεταφοράς πρέπει να φέρει την υπογραφή του μεταφορέα, του πλοιάρχου του σκάφους ή εξουσιοδοτημένου από τον μεταφορέα προσώπου. Ο μεταφορέας δύναται να απαιτήσει από τον φορτωτή να προσυπογράψει το πρωτότυπο ή αντίγραφό του. Η υπογραφή δύναται να είναι χειρόγραφη, τυπωμένη σε φαξ, διάτρητη, με σφραγίδα, αποτυπωμένη με σύμβολα ή με οποιοδήποτε άλλο μηχανικό ή ηλεκτρονικό μέσο, εάν αυτό δεν απαγορεύεται από το δίκαιο του κράτους όπου εκδόθηκε το παραστατικό μεταφοράς.
3. Το παραστατικό μεταφοράς αποτελεί, κατ'αρχάς, αποδεικτικό στοιχείο, πλην αποδείξεως του εναντίου, της σύναψης και του περιεχομένου της σύμβασης μεταφοράς και παραλαβής των εμπορευμάτων από τον μεταφορέα. Συγκεκριμένα, συνιστά τεκμήριο ότι τα εμπορεύματα έχουν παραληφθεί για μεταφορά όπως περιγράφονται στο παραστατικό μεταφοράς.
4. Όταν το παραστατικό μεταφοράς είναι φορτωτική, αυτή και μόνον είναι δηλωτική των σχέσεων μεταξύ μεταφορέα και παραλήπτη. Οι όροι της σύμβασης μεταφοράς συνεχίζουν να καθορίζουν τις σχέσεις μεταξύ μεταφορέα και φορτωτή.
5. Το παραστατικό μεταφοράς, πέραν της ονομασίας του, περιέχει τα ακόλουθα στοιχεία:
α) το ονοματεπώνυμο, την κατοικία, την έδρα ή τον τόπο διαμονής του μεταφορέα και του φορτωτή· β) τον παραλήπτη των εμπορευμάτων·
γ) το όνομα ή τον αριθμό του σκάφους, όταν τα εμπορεύματα έχουν φορτωθεί στο σκάφος, ή τα στοιχεία του παραστατικού μεταφοράς στο οποίο αναφέρεται ότι τα εμπορεύματα έχουν παραληφθεί από τον μεταφορέα αλλά δεν έχουν ακόμη φορτωθεί στο σκάφος·
δ) τον λιμένα φόρτωσης ή τον τόπο παραλαβής των εμπορευμάτων και τον λιμένα εκφόρτωσης ή τον τόπο παράδοσης·
ε) τη συνήθη ονομασία του τύπου εμπορευμάτων και τη μέθοδο συσκευασίας τους και, για επικίνδυνα ή ρυπογόνα εμπορεύματα, την ονομασία τους σύμφωνα με τις ισχύουσες απαιτήσεις ή, εάν δεν υπάρχει τέτοια ονομασία, τη γενική ονομασία τους·
στ) τις διαστάσεις, τον αριθμό ή το βάρος, καθώς και τα σήματα ταυτοποίησης των εμπορευμάτων που φορτώθηκαν ή παραδόθηκαν προς μεταφορά·
ζ) τη δήλωση, κατά περίπτωση, ότι τα εμπορεύματα πρέπει να τοποθετηθούν ή επιτρέπεται να μεταφερθούν στο κατάστρωμα ή σε ανοικτό σκάφος·
η) τις συμφωνηθείσες διατάξεις σχετικά με τον xxxxx·
θ) σε περίπτωση δελτίου παράδοσης, διευκρίνιση εάν πρόκειται για πρωτότυπο ή αντίγραφο· σε περίπτωση φορτωτικής, τον αριθμό των πρωτοτύπων·
ι) τον τόπο και την ημερομηνία έκδοσης.
Ο νομικός χαρακτήρας του παραστατικού μεταφοράς κατά την έννοια του άρθρου 1 παράγραφος 6 της παρούσας Σύμβασης δεν θίγεται από την έλλειψη ενός ή περισσοτέρων στοιχείων αναφερόμενων στην παρούσα παράγραφο.
Άρθρο 12
Επιφυλάξεις σε παραστατικά μεταφοράς
1. Ο μεταφορέας έχει το δικαίωμα να συμπεριλάβει στο παραστατικό μεταφοράς επιφυλάξεις όσον αφορά:
α) τις διαστάσεις, τον αριθμό ή το βάρος των εμπορευμάτων, εάν έχει λόγους να υποπτεύεται ότι τα στοιχεία του φορτωτή είναι ανακριβή ή εάν δεν έχει εύλογο μέσο ελέγχου των εν λόγω στοιχείων, ιδίως επειδή τα εμπορεύματα δεν καταμετρήθηκαν, δεν μετρήθηκαν ή δεν ζυγίσθηκαν παρουσία του ή διότι, χωρίς ρητή συμφωνία, οι διαστάσεις ή τα βάρη τους προσδιορίσθηκαν με μέτρηση του βυθίσματος·
β) τα σήματα ταυτοποίησης τα οποία δεν είναι ευδιάκριτα και μόνιμα στερεωμένα στα ίδια τα εμπορεύματα ή, εάν τα εμπορεύματα είναι συσκευασμένα, σε δοχεία ή συσκευασίες·
γ) την εμφανή κατάσταση των εμπορευμάτων.
2. Εάν ο μεταφορέας δεν σημειώσει την εμφανή κατάσταση των εμπορευμάτων ή δεν διατυπώσει σχετικές επιφυλάξεις, θεωρείται ότι έχει σημειωθεί στο παραστατικό μεταφοράς ότι τα εμπορεύματα είναι εμφανώς σε καλή κατάσταση.
3. Εάν, σύμφωνα με τα στοιχεία του παραστατικού μεταφοράς, τα εμπορεύματα είναι τοποθετημένα σε εμπορευματοκιβώτιο ή στο κύτος του σκάφους και έχουν σφραγισθεί από άλλα πρόσωπα πλην του μεταφορέα, τους υπαλλήλους ή τους πράκτορές του, και εάν δεν έχουν υποστεί ζημία ή δεν έχουν φθαρεί ούτε το εμπορευματοκιβώτιο ούτε οι σφραγίσεις κατά την άφιξή τους στον λιμένα εκφόρτωσης ή στον τόπο παράδοσης, τεκμαίρεται ότι η ζημία ή η βλάβη των εμπορευμάτων δεν συνέβη κατά τη διάρκεια της μεταφοράς.
Άρθρο 13
Φορτωτική
1. Τα πρωτότυπα φορτωτικής είναι τίτλοι που εκδίδονται στο όνομα του παραλήπτη και απευθύνονται στον εντολέα ή τον κομιστή.
2. Στον τόπο προορισμού, τα εμπορεύματα παραδίδονται μόνο έναντι προσκόμισης του πρωτοτύπου της φορτωτικής που είχε υποβληθεί αρχικά· στη συνέχεια, δεν είναι δυνατόν να αξιωθεί άλλη παράδοση έναντι άλλων πρωτοτύπων.
3. Όταν τα εμπορεύματα παραδίδονται από τον μεταφορέα, η παράδοση της φορτωτικής σε πρόσωπο εντεταλμένο να παραλάβει τα εμπορεύματα ισοδυναμεί με παράδοση των εμπορευμάτων όσον αφορά την απόκτηση δικαιωμάτων επί των εμπορευμάτων.
4. Εάν η φορτωτική έχει μεταβιβαστεί σε τρίτο, συμπεριλαμβανομένου του παραλήπτη, ο οποίος ενήργησε καλόπιστα όσον αφορά την περιγραφή των εμπορευμάτων, δεν γίνεται δεκτή η απόδειξη εναντίου κατά το άρθρο 11 παράγραφος 3 και το άρθρο 12 παράγραφος 2.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV
ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΔΙΑΘΕΣΗΣ ΤΩΝ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΩΝ
Άρθρο 14
Κάτοχος του δικαιώματος διάθεσης
1. Ο φορτωτής εξουσιοδοτείται να διαθέσει τα εμπορεύματα· συγκεκριμένα, δύναται να ζητήσει από τον μεταφορέα τη διακοπή της μεταφοράς των εμπορευμάτων, την αλλαγή του τόπου παράδοσής τους ή την παράδοσή τους σε παραλήπτη διαφορετικό από τον παραλήπτη που αναγράφεται στο παραστατικό μεταφοράς.
2. Το δικαίωμα διάθεσης του φορτωτή παύει να υφίσταται μόλις ο παραλήπτης, μετά την άφιξη των εμπορευμάτων στον προβλεπόμενο τόπο παράδοσής τους, ζητήσει την παράδοση των εμπορευμάτων και,
α) εφόσον για τη μεταφορά υπάρχει δελτίο παράδοσης, μόλις το πρωτότυπο παραδοθεί στον παραλήπτη·
β) εφόσον η μεταφορά γίνεται με φορτωτική, μόλις ο φορτωτής παραδώσει όλα τα πρωτότυπα που έχει στην κατοχή του σε άλλο πρόσωπο.
3. Με κατάλληλη καταχώριση στο δελτίο αποστολής, ο φορτωτής δύναται, κατά την έκδοση του δελτίου αποστολής, να παραιτηθεί του δικαιώματος διάθεσης στον παραλήπτη.
Άρθρο 15
Όροι άσκησης του δικαιώματος διάθεσης
Ο φορτωτής ή, στην περίπτωση του άρθρου 14, παράγραφοι 2 και 3, ο παραλήπτης οφείλει, αν επιθυμεί να ασκήσει το δικαίωμα διάθεσης:
α) όταν χρησιμοποιείται φορτωτική, να υποβάλει όλα τα πρωτότυπα πριν από την άφιξη των εμπορευμάτων στον προβλεπόμενο τόπο παράδοσης·
β) όταν χρησιμοποιείται παραστατικό μεταφοράς διαφορετικό από τη φορτωτική, υποβάλλει το έγγραφο αυτό, το οποίο περιλαμβάνει τις νέες οδηγίες του μεταφορέα·
γ) αποζημιώνει τον μεταφορέα για όλα τα έξοδα και τις ζημίες που προκύπτουν κατά την εκτέλεση των εντολών·
δ) πληρώνει όλη τη συμφωνηθείσα εμπορευματική μεταφορά σε περίπτωση εκφόρτωσης των εμπορευμάτων πριν από την άφιξή τους στον προβλεπόμενο τόπο παράδοσης, εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά στη σύμβαση μεταφοράς.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ V
ΕΥΘΥΝΗ ΤΟΥ ΜΕΤΑΦΟΡΕΑ
Άρθρο 16
Ευθύνη για απώλεια
1. Ο μεταφορέας είναι υπεύθυνος για απώλεια ή ζημία εμπορευμάτων η οποία προκλήθηκε στο χρονικό διάστημα από την παραλαβή τους προς μεταφορά έως την παράδοσή τους, ή προκλήθηκε λόγω καθυστέρησης στην παράδοσή τους, εκτός εάν είναι σε θέση να αποδείξει ότι η απώλεια οφείλεται σε περιστάσεις που δεν θα μπορούσε να αποτρέψει συνετός μεταφορέας και οι συνέπειες της οποίας δεν ήταν δυνατόν να αποτραπούν.
2. Η ευθύνη του μεταφορέα για απώλεια ή ζημία των εμπορευμάτων που προκλήθηκε στο χρονικό διάστημα πριν από τη φόρτωσή τους στο σκάφος ή μετά την εκφόρτωσή τους από το σκάφος διέπεται από το δίκαιο του κράτους όπου ισχύει η σύμβαση μεταφοράς.
Άρθρο 17
Υπάλληλοι και πράκτορες
1. Ο μεταφορέας είναι υπεύθυνος για τις πράξεις και τις παραλείψεις των υπαλλήλων και των πρακτόρων του, με τις υπηρεσίες των οποίων εκτελεί τη σύμβαση μεταφοράς, όταν τα πρόσωπα αυτά ενεργούν στο πλαίσιο της εργασίας τους, ως εάν οι εν λόγω πράξεις ή παραλείψεις να ήταν δικές του.
2. Όταν η μεταφορά εκτελείται από πραγματικό μεταφορέα σύμφωνα με το άρθρο 4, ο μεταφορέας είναι επίσης υπεύθυνος για τις πράξεις και τις παραλείψεις του πραγματικού μεταφορέα και των υπαλλήλων και των πρακτόρων του πραγματικού μεταφορέα που ενεργούν στο πλαίσιο της σχέσης εργασίας τους.
3. Στην περίπτωση που ασκηθεί αγωγή κατά των υπαλλήλων και των πρακτόρων του μεταφορέα ή κατά του πραγματικού μεταφορέα, εάν τα εν λόγω πρόσωπα αποδείξουν ότι ενήργησαν στο πλαίσιο της σχέσης εργασίας τους, έχουν το δικαίωμα να τύχουν των απαλλαγών και των ορίων ευθύνης που δικαιούται να επικαλεστεί ο μεταφορέας ή ο πραγματικός μεταφορέας σύμφωνα με την παρούσα Σύμβαση.
4. Πλοηγός που ορίζεται από αρμόδια αρχή και δεν είναι δυνατόν να επιλεγεί ελεύθερα, δεν θεωρείται υπάλληλος ή πράκτορας κατά την έννοια της παραγράφου 1.
Άρθρο 18
Ειδικές απαλλαγές από ευθύνη
1. Ο μεταφορέας και ο πραγματικός μεταφορέας απαλλάσσονται της ευθύνης τους όταν η απώλεια, η ζημία ή η καθυστέρηση είναι αποτέλεσμα μίας από τις περιστάσεις ή ενός από τους κινδύνους που απαριθμούνται κατωτέρω:
α) πράξεις ή παραλείψεις του φορτωτή, του παραλήπτη ή του προσώπου που έχει το δικαίωμα να διαθέσει τα εμπορεύματα·
β) χειρισμός, φόρτωση, αποθήκευση ή εκφόρτωση των εμπορευμάτων από τον φορτωτή, τον παραλήπτη ή τρίτους που ενεργούν για λογαριασμό του φορτωτή ή του παραλήπτη·
γ) μεταφορά των εμπορευμάτων στο κατάστρωμα ή σε ανοικτά σκάφη, εφόσον η εν λόγω μεταφορά έχει συμφωνηθεί με τον φορτωτή ή πραγματοποιείται σύμφωνα με την πρακτική που είθισται στον συγκεκριμένο τύπο εμπορίου ή εφόσον απαιτείται από τις ισχύουσες διατάξεις·
δ) φύση των εμπορευμάτων που τα εκθέτει σε ολική ή μερική απώλεια ή ζημία, ιδίως θραύση, σκωρία, σήψη, αποξήρανση, διαρροή, φυσιολογική απομείωση (σε όγκο ή σε βάρος), ή δράση παρασίτων ή τρωκτικών·
ε) έλλειψη ή ελαττωματική κατάσταση της συσκευασίας στην περίπτωση εμπορευμάτων που, από τη φύση τους, εκτίθενται σε απώλεια ή ζημία όταν δεν είναι συσκευασμένα ή όταν η συσκευασία είναι ελαττωματική·
στ) ανεπάρκεια ή ακαταλληλότητα των σημάτων ταυτοποίησης των εμπορευμάτων·
ζ) εργασίες διάσωσης ή περισυλλογής ή απόπειρες διάσωσης ή περισυλλογής σε εσωτερικές πλωτές οδούς·
η) μεταφορά ζώντων ζώων, εκτός εάν ο μεταφορέας δεν έχει λάβει τα μέτρα ή δεν έχει τηρήσει τις οδηγίες που συμφωνήθηκαν στη σύμβαση μεταφοράς.
2. Όταν, υπό τις συνθήκες της συγκεκριμένης περίπτωσης, είναι δυνατόν να αποδοθούν ζημίες σε μία ή περισσότερες από τις περιστάσεις ή τους κινδύνους που απαριθμούνται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, θεωρείται ότι οι ζημίες έχουν προκληθεί από τέτοια περίσταση ή κίνδυνο. Η παραδοχή αυτή δεν ισχύει εάν ο ζημιωθείς αποδείξει ότι η ζημία που υπέστη δεν οφείλεται ή δεν οφείλεται αποκλειστικά σε μία από τις συνθήκες ή τους κινδύνους που απαριθμούνται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου.
Άρθρο 19
Υπολογισμός της αποζημίωσης
1. Όταν ο μεταφορέας ευθύνεται για ολική απώλεια των εμπορευμάτων, η αποζημίωση που πρέπει να καταβάλει ισούται με την αξία των εμπορευμάτων στον τόπο και κατά την ημέρα της παράδοσης σύμφωνα με τη σύμβαση μεταφοράς. Παράδοση σε άλλο πρόσωπο εκτός από το εντεταλμένο πρόσωπο θεωρείται απώλεια.
2. Σε περίπτωση μερικής απώλειας ή ζημίας εμπορευμάτων, ο μεταφορέας ευθύνεται μόνο για την απώλεια σε αξία.
3. Η αξία των εμπορευμάτων καθορίζεται βάσει της τιμής ανταλλαγής του βασικού εμπορεύματος ή, εάν δεν υπάρχει τέτοια τιμή, σύμφωνα με τις τιμές της αγοράς ή, εάν δεν υπάρχει τιμή ανταλλαγής του βασικού εμπορεύματος ή τιμή της αγοράς, με αναφορά στην κανονική αξία εμπορευμάτων του ίδιου είδους και ποιότητας στον τόπο παράδοσης.
4. Για εμπορεύματα, τα οποία λόγω της φύσεώς τους είναι εκτεθειμένα σε απομείωση κατά τη μεταφορά, ο μεταφορέας θεωρείται υπεύθυνος, ανεξαρτήτως της απόστασης της μεταφοράς, μόνο για το μέρος της απομείωσης που υπερβαίνει τη φυσιολογική απομείωση (σε όγκο ή βάρος), όπως έχει καθορισθεί από τα συμβαλλόμενα μέρη της σύμβασης μεταφοράς ή, εάν όχι, από τους κανονισμούς ή την καθιερωμένη πρακτική στον τόπο προορισμού.
5. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν θίγουν το δικαίωμα του μεταφορέα επί των εμπορευμάτων όπως προβλέπεται στη σύμβαση μεταφοράς, ή, ελλείψει ειδικών συμφωνιών εν προκειμένω, από τους εφαρμοστέους εθνικούς κανονισμούς ή πρακτικές.
Άρθρο 20
Ανώτατα όρια ευθύνης
1. Με την επιφύλαξη του άρθρου 21 και της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου, και ανεξαρτήτως αγωγής κατά του μεταφορέα, ο μεταφορέας δεν είναι σε καμία περίπτωση υπεύθυνος για ποσά που υπερβαίνουν τις 666,67 λογιστικές μονάδες ανά συσκευασία ή άλλη μονάδα αποστολής, ή τις 2 μονάδες ανά χιλιόγραμμο βάρους, που καθορίζεται στο παραστατικό μεταφοράς, των εμπορευμάτων που απωλέσθηκαν ή υπέστησαν ζημία, όποια μονάδα είναι υψηλότερη. Εάν η συσκευασία ή άλλη μονάδα αποστολής είναι εμπορευματοκιβώτιο και στο παραστατικό μεταφοράς δεν υπάρχει αναφορά συσκευασίας ή μονάδας ενοποιημένης αποστολής στο εμπορευματοκιβώτιο, το ποσό των 666,67 λογιστικών μονάδων αντικαθίσταται από το ποσό των 1 500 λογιστικών μονάδων για το εμπορευματοκιβώτιο χωρίς τα εμπορεύματα που περιέχει και, επιπροσθέτως, το ποσό των 25 000 λογιστικών μονάδων για τα εμπορεύματα που βρίσκονται μέσα στο εμπορευματοκιβώτιο.
2. Σε περίπτωση που για την ομαδοποίηση των εμπορευμάτων χρησιμοποιείται εμπορευματοκιβώτιο, παλέτα ή παρόμοιο είδος εξοπλισμού μεταφοράς, οι συσκευασίες ή οι μονάδες αποστολής που απαριθμούνται στο παραστατικό μεταφοράς για τη συσκευασία εντός ή επάνω στο εν λόγω είδος εξοπλισμού μεταφοράς θεωρούνται συσκευασίες ή μονάδες αποστολής. Εξαιρουμένων όσων προαναφέρονται, τα εμπορεύματα εντός ή επάνω στο εν λόγω είδος εξοπλισμού μεταφοράς θεωρούνται μία μονάδα αποστολής. Σε περιπτώσεις που υποστεί ζημία ή απωλεσθεί το ίδιο το είδος εξοπλισμού μεταφοράς, εφόσον αυτό δεν ανήκει ή δεν παρέχεται με άλλο τρόπο από τον μεταφορέα θεωρείται χωριστή μονάδα αποστολής.
3. Σε περίπτωση απώλειας που οφείλεται σε καθυστέρηση της παράδοσης, η ευθύνη του μεταφορέα δεν υπερβαίνει το ποσό των εμπορευμάτων. Εντούτοις, η συνολική ευθύνη βάσει της παραγράφου 1 και της πρώτης πρότασης της παρούσας παραγράφου δεν υπερβαίνει το όριο που θα καθοριζόταν βάσει της παραγράφου 1 για ολοσχερή απώλεια των εμπορευμάτων για τα οποία υφίσταται ευθύνη.
4. Τα μέγιστα όρια ευθύνης που αναφέρονται στην παράγραφο 1 δεν ισχύουν:
α) εφόσον η φύση και η υψηλότερη αξία των εμπορευμάτων ή των ειδών εξοπλισμού μεταφοράς έχουν ορισθεί ρητά στο παραστατικό μεταφοράς και ο μεταφορέας δεν έχει απορρίψει τα εν λόγω τεχνικά χαρακτηριστικά ή
β) εφόσον τα συμβαλλόμενα μέρη έχουν συμφωνήσει ρητά σε υψηλότερα ανώτατα όρια ευθύνης.
5. Το σύνολο των ποσών αποζημίωσης που μπορεί να ανακτήσει ο μεταφορέας, ο πραγματικός μεταφορέας και οι υπάλληλοι και οι πράκτορές του για την ίδια απώλεια δεν υπερβαίνει τα συνολικά όρια ευθύνης που προβλέπονται στο παρόν άρθρο.
Άρθρο 21
Απώλεια του δικαιώματος περιορισμού της ευθύνης
1. Ο μεταφορέας ή ο πραγματικός μεταφορέας δεν δικαιούται τις απαλλαγές και τα όρια ευθύνης που προβλέπονται στην παρούσα Σύμβαση ή στη σύμβαση μεταφοράς, εάν αποδειχθεί ότι η ζημία προκλήθηκε από πράξη ή παράλειψή του, είτε εκ προθέσεως, είτε από αμέλεια και εν γνώσει του ότι η ζημία θα μπορούσε πιθανότατα να προκληθεί.
2. Ομοίως, οι υπάλληλοι και οι πράκτορες που ενεργούν για λογαριασμό του μεταφορέα ή του πραγματικού μεταφορέα δεν δικαιούνται τις απαλλαγές και τα όρια ευθύνης που προβλέπονται στην παρούσα Σύμβαση ή στη σύμβαση μεταφοράς, εάν αποδειχθεί ότι προκάλεσαν τη ζημία με τρόπο που περιγράφεται στην ανωτέρω παράγραφο 1.
Άρθρο 22
Εφαρμογή των απαλλαγών και των ορίων ευθύνης
Οι απαλλαγές και τα όρια ευθύνης που προβλέπονται στην παρούσα Σύμβαση ή στη σύμβαση μεταφοράς ισχύουν για κάθε αγωγή για απώλεια ή ζημία ή καθυστέρηση παράδοσης των εμπορευμάτων που καλύπτονται από τη σύμβαση μεταφοράς, εφόσον η προσφυγή θεμελιώνεται από τη σύμβαση μεταφοράς, αδικοπραξία ή άλλη νομική αιτία.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI
ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΑΞΙΩΣΕΩΝ
Άρθρο 23
Ειδοποίηση για ζημία
1. Η χωρίς επιφύλαξη αποδοχή των εμπορευμάτων από τον παραλήπτη είναι κατ'αρχάς απόδειξη της παράδοσης των εμπορευμάτων από τον μεταφορέα στην ίδια κατάσταση και την ποσότητα όπως όταν παραδόθηκαν σε αυτόν προς μεταφορά.
2. Ο μεταφορέας και ο παραλήπτης δύνανται να ζητήσουν τη διενέργεια επιθεώρησης της κατάστασης και της ποσότητας των εμπορευμάτων κατά την παράδοση με την παρουσία των δύο συμβαλλομένων μερών.
3. Όταν η απώλεια ή ζημία των εμπορευμάτων είναι προφανής, κάθε επιφύλαξη από πλευράς του παραλήπτη πρέπει να διατυπωθεί γραπτώς και να διευκρινισθεί η γενική φύση της ζημίας, το αργότερο κατά την παράδοση, εκτός εάν ο παραλήπτης και ο μεταφορέας ελέγξουν από κοινού την κατάσταση των εμπορευμάτων.
4. Όταν η απώλεια ή ζημία των εμπορευμάτων δεν είναι προφανής, κάθε επιφύλαξη από πλευράς του παραλήπτη πρέπει να κοινοποιηθεί γραπτώς και να διευκρινισθεί η γενική φύση της ζημίας, το αργότερο επτά διαδοχικές ημέρες μετά την παράδοση· στην περίπτωση αυτή, ο ζημιωθείς αποδεικνύει ότι η ζημία προκλήθηκε ενόσω τα εμπορεύματα ήταν υπό την ευθύνη του μεταφορέα.
5. Δεν καταβάλλεται αποζημίωση για ζημίες λόγω καθυστέρησης παράδοσης, εκτός εάν ο παραλήπτης είναι σε θέση να αποδείξει ότι ειδοποίησε τον μεταφορέα για την καθυστέρηση εντός είκοσι μία διαδοχικών ημερών από την παράδοση των εμπορευμάτων και ότι ο μεταφορέας παρέλαβε την ειδοποίηση.
Άρθρο 24
Παραγραφή αξιώσεων
1. Όλες οι αξιώσεις που απορρέουν από σύμβαση που διέπεται από την παρούσα Σύμβαση παραγράφονται μετά από ένα έτος, αρχής γενομένης από την ημέρα παράδοσης των εμπορευμάτων, ή από την ημέρα που έπρεπε να παραδοθούν, στον παραλήπτη. Η ημέρα από την οποία αρχίζει η προθεσμία παραγραφής δεν περιλαμβάνεται στην προθεσμία.
2. Το πρόσωπο κατά του οποίου ασκείται αγωγή δύναται, ανά πάσα στιγμή κατά τη διάρκεια της περιόδου παραγραφής, να παρατείνει την περίοδο αυτή με γραπτή δήλωση στο ζημιωθέντα. Η εν λόγω περίοδος είναι δυνατόν να παραταθεί περαιτέρω με μία ή περισσότερες δηλώσεις.
3. Η αναστολή και η διακοπή της παραγραφής διέπονται από το δίκαιο του κράτους που διέπει τη σύμβαση μεταφοράς. Η κατάθεση αξίωσης στη διαδικασία καταμερισμού περιορισμένης ευθύνης για όλες τις αξιώσεις που απορρέουν από γεγονός που οδήγησε σε ζημία, διακόπτει την προθεσμία παραγραφής.
4. Τυχόν αγωγή για αποζημίωση από πρόσωπο που υπέχει ευθύνη βάσει της παρούσας Σύμβασης επιτρέπεται να υποβληθεί ακόμη και μετά την εκπνοή της περιόδου παραγραφής που προβλέπεται στις παραγράφους 1 και 2 του παρόντος άρθρου, εάν οι διαδικασίες κινηθούν εντός προθεσμίας ενενήντα ημερών από την ημέρα διακανονισμού της αξίωσης από το πρόσωπο που κατέθεσε την αγωγή ή επιδόθηκε η κλήτευση, ή εάν οι διαδικασίες κινηθούν εντός πιο μακρόχρονης περιόδου προβλεπόμενης από το δίκαιο του κράτους στο οποίο κινήθηκαν οι διαδικασίες.
5. Δικαίωμα αγωγής το οποίο παραγράφηκε λόγω παρόδου του χρόνου δεν είναι δυνατόν να ασκηθεί με ανταγωγή ή συμψηφισμό.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ VII
ΟΡΙΑ ΣΥΜΒΑΤΙΚΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ
Άρθρο 25
Ακυρότητα συμβατικών διατάξεων
1. Είναι άκυρη συμβατική διάταξη που αποσκοπεί στην απαλλαγή ή τον περιορισμό ή, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 20 παράγραφος 4, στην αύξηση της ευθύνης, κατά την έννοια της παρούσας Σύμβασης, του μεταφορέα, του πραγματικού μεταφορέα και των υπαλλήλων ή πρακτόρων του, για τη μεταφορά του βάρους απόδειξης ή τη μείωση των περιόδων αξιώσεων ή παραγραφής που αναφέρονται στα άρθρα 23 και 24. Διάταξη εκχώρησης οφέλους από την ασφάλιση των εμπορευμάτων υπέρ του μεταφορέα είναι επίσης άκυρη.
2. Κατά παρέκκλιση από τις διατάξεις της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου και με την επιφύλαξη του άρθρου 21, επιτρέπονται συμβατικές διατάξεις οι οποίες διευκρινίζουν ότι ο μεταφορέας ή ο πραγματικός μεταφορέας δεν ευθύνεται για ζημίες που προκύπτουν από:
α) ενέργεια ή παράλειψη του πλοιάρχου του σκάφους, του πλοηγού ή οποιουδήποτε άλλου προσώπου σε υπηρεσία στο σκάφος, το ρυμουλκό σκάφος ή το ωστικό πλοίο κατά τον πλου ή τον σχηματισμό ή τη λύση ωθούμενης ή ρυμουλκούμενης νηοπομπής, με την προϋπόθεση ότι ο μεταφορέας έχει συμμορφωθεί με τις υποχρεώσεις που καθορίζονται για το πλήρωμα στο άρθρο 3 παράγραφος 3, εκτός εάν η πράξη ή η παράλειψη προκύπτει από πρόθεση να προκληθεί ζημία ή από αμέλεια και εν γνώσει ότι η ζημία θα μπορούσε πιθανως να προκληθεί·
β) πυρκαγιά ή έκρηξη στο σκάφος, όταν δεν είναι δυνατόν να αποδειχθεί ότι η πυρκαγιά ή η έκρηξη οφείλεται σε σφάλμα του μεταφορέα ή του πραγματικού μεταφορέα ή των υπαλλήλων ή πρακτόρων του ή σε ελάττωμα του σκάφους·
γ) σε ελαττώματα που προϋπήρχαν του ταξιδίου του σκάφους του ή του μισθωμένου ή ναυλωμένου σκάφους, εάν είναι σε θέση να αποδείξει ότι τα ελαττώματα αυτά δεν ήταν δυνατόν να διαπιστωθούν πριν από την έναρξη του ταξιδιού παρά τη δέουσα επιμέλειά του.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ VIII
ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 26
Γενική αβαρία
Καμία διάταξη της παρούσας Σύμβασης δεν αποκλείει την εφαρμογή διατάξεων της σύμβασης μεταφοράς ή εθνικής νομοθεσίας για τον υπολογισμό του ποσού της αποζημίωσης και των εισφορών που πρέπει να καταβληθούν σε περίπτωση γενικής αβαρίας.
Άρθρο 27
Άλλες ισχύουσες διατάξεις και ζημίες από πυρηνική ενέργεια
1. Η παρούσα Σύμβαση δεν τροποποιεί τα δικαιώματα ή τις υποχρεώσεις του μεταφορέα που προβλέπονται στις διεθνείς συμβάσεις ή την εθνική νομοθεσία για τον περιορισμό της ευθύνης των ιδιοκτητών σκαφών της εσωτερικής ναυσιπλοΐας ή θαλάσσιων σκαφών.
2. Ο μεταφορέας απαλλάσσεται της ευθύνης του σύμφωνα με την παρούσα Σύμβαση για ζημίες που προκλήθηκαν από πυρηνικό ατύχημα, εάν ο φορέας εκμετάλλευσης της πυρηνικού σταθμού ή άλλο εξουσιοδοτημένο πρόσωπο ευθύνεται για τη ζημία αυτή βάσει των εθνικών νόμων και διατάξεων που διέπουν την ευθύνη στον τομέα της πυρηνικής ενέργειας.
Άρθρο 28
Λογιστική μονάδα
Η λογιστική μονάδα που αναφέρεται στο άρθρο 20 της παρούσας Σύμβασης είναι τα Ειδικά Τραβηκτικά Δικαιώματα, όπως ορίζονται από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Τα ποσά που αναφέρονται στο άρθρο 20 μετατρέπονται σε εθνικό νόμισμα κράτους ανάλογα με την αξία του εν λόγω νομίσματος κατά την ημερομηνία δικαστικής απόφασης ή την ημερομηνία στην οποία συμφώνησαν τα συμβαλλόμενα μέρη. Η τιμή εθνικού νομίσματος συμβαλλόμενου κράτους σε Ειδικά Τραβηκτικά Δικαιώματα υπολογίζεται σύμφωνα με τη μέθοδο εκτίμησης που εφαρμόζει το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και ισχύει την εν λόγω ημερομηνία για τις δικές του πράξεις και συναλλαγές.
Άρθρο 29
Πρόσθετες εθνικές διατάξεις
1. Σε περιπτώσεις που δεν προβλέπεται στην παρούσα Σύμβαση, η σύμβαση μεταφοράς διέπεται από το δίκαιο του κράτους στο οποίο συμφώνησαν τα συμβαλλόμενα μέρη.
2. Ελλείψει τέτοιας συμφωνίας, εφαρμόζεται το δίκαιο του κράτους με το οποίο συνδέεται στενότερα η σύμβαση μεταφοράς.
3. Πρέπει να τεκμαίρεται ότι η σύμβαση μεταφοράς συνδέεται στενότερα με το κράτος στο οποίο ο μεταφορέας έχει τον κύριο τόπο της επιχειρηματικής δραστηριότητάς του κατά τη σύναψη της σύμβασης, εάν ο λιμένας φόρτωσης ή ο τόπος όπου παραλαμβάνονται τα εμπορεύματα, ή ο λιμένας εκφόρτωσης ή ο τόπος παράδοσης ή ο κύριος τόπος επιχειρηματικής δραστη ριότητας του φορτωτή βρίσκεται επίσης στο συγκεκριμένο κράτος. Εάν ο μεταφορέας δεν έχει κύριο τόπο επιχειρηματικής δραστηριότητας στην ξηρά και συνάπτει σύμβαση μεταφοράς στο σκάφος του, πρέπει να τεκμαίρεται ότι η σύμβαση συνδέεται στενότερα με το κράτος στο οποίο είναι νηολογημένο το σκάφος ή φέρει τη σημαία του, εάν ο λιμένας φόρτωσης ή ο τόπος όπου παραλαμβάνονται τα εμπορεύματα, ή ο λιμένας εκφόρτωσης ή ο τόπος παράδοσης ή ο κύριος τόπος επιχειρηματικής δραστηριότητας του φορτωτή βρίσκεται επίσης στο συγκεκριμένο κράτος.
4. Το δίκαιο του κράτους στο οποίο βρίσκονται τα εμπορεύματα διέπει την πραγματική εγγύηση που χορηγείται στον μεταφορέα για τις αξιώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 10 παράγραφος 1.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ IX
ΔΗΛΩΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ
Άρθρο 30
Μεταφορά μέσω συγκεκριμένων εσωτερικών πλωτών οδών
1. Κάθε κράτος δύναται, κατά την υπογραφή της παρούσας Σύμβασης ή την επικύρωση, την αποδοχή, την έγκριση ή την προσχώρηση, να δηλώσει ότι δεν θα εφαρμόζει την παρούσα Σύμβαση σε συμβάσεις που αφορούν μεταφορά μέσω συγκεκριμένων εσωτερικών πλωτών οδών στο έδαφός του, στις οποίες δεν εφαρμόζονται οι διεθνείς κανόνες ναυσιπλοΐας και δεν συνιστούν σύνδεση με τις εν λόγω διεθνείς πλωτές οδούς. Εντούτοις, τέτοια δήλωση δεν επιτρέπεται να αναφέρει όλες τις κύριες πλωτές οδούς του εν λόγω κράτους.
2. Όταν σκοπός της σύμβασης μεταφοράς είναι η μεταφορά εμπορευμάτων χωρίς μεταφόρτωση τόσο στις εσωτερικές πλωτές οδούς που δεν αναφέρονται στη δήλωση της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου όσο και στις πλωτές οδούς που αναφέρονται στη δήλωση αυτή, η παρούσα Σύμβαση εφαρμόζεται επίσης στη συγκεκριμένη σύμβαση, εκτός εάν η απόσταση που θα διανυθεί μέσω των τελευταίων είναι μεγαλύτερη.
3. Όταν υποβάλλεται δήλωση σύμφωνα με την παράγραφο 1, κάθε άλλο συμβαλλόμενο κράτος δύναται να δηλώσει ότι δεν θα εφαρμόζει τις διατάξεις της παρούσας Σύμβασης στις συμβάσεις μεταφοράς που αναφέρονται στην εν λόγω δήλωση. Δήλωση υποβαλλόμενη σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο τίθεται σε εφαρμογή την ημερομηνία έναρξης ισχύος της Σύμβασης για το κράτος που έχει προβεί σε δήλωση σύμφωνα με την παράγραφο 1, το νωρίτερο όμως την ημερομηνία έναρξης ισχύος της Σύμβασης στο κράτος που έχει προβεί σε δήλωση σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο.
4. Οι δηλώσεις που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 3 του παρόντος άρθρου επιτρέπεται να ανακληθούν εν όλω ή εν μέρει, ανά πάσα στιγμή, με σχετική κοινοποίηση στον θεματοφύλακα, στην οποία αναγράφεται η ημερομηνία από την οποία παύουν να ισχύουν. Η ανάκληση αυτών των δηλώσεων δεν έχει επιπτώσεις στις συμβάσεις που έχουν ήδη συναφθεί.
Άρθρο 31
Εθνικές μεταφορές ή δωρεάν μεταφορά
Κάθε κράτος επιτρέπεται, κατά την υπογραφή της παρούσας Σύμβασης, την κύρωση, την έγκριση, την αποδοχή, την προσχώρηση ή οποτεδήποτε αργότερα, να δηλώσει ότι θα εφαρμόζει επίσης την παρούσα Σύμβαση:
α) στις συμβάσεις μεταφοράς σύμφωνα με τις οποίες ο λιμένας φόρτωσης ή ο τόπος παραλαβής και ο λιμένας εκφόρτωσης ή ο τόπος παράδοσης βρίσκονται στο έδαφός του·
β) κατά παρέκκλιση από το άρθρο 1 παράγραφος 1, για δωρεάν μεταφορά.
Άρθρο 32
Περιφερειακές διατάξεις περί ευθύνης
1. Κάθε κράτος επιτρέπεται, κατά την υπογραφή, την κύρωση, την έγκριση, την αποδοχή της παρούσας Σύμβασης, την προσχώρηση σε αυτήν ή οποτεδήποτε αργότερα, να δηλώσει ότι, για τη μεταφορά εμπορευμάτων μεταξύ λιμένων φόρτωσης ή τόπων όπου παραλαμβάνονται εμπορεύματα και λιμένων εκφόρτωσης ή τόπων παράδοσης των εμπορευμάτων, οι οποίοι αμφότεροι βρίσκονται στο έδαφός του ή ο ένας βρίσκεται στο έδαφός του και ο άλλος στο έδαφος κράτους που έχει προβεί στην ίδια δήλωση, ο μεταφορέας δεν ευθύνεται για ζημία που προκλήθηκε από πράξη ή παράλειψη του πλοιάρχου του σκάφους, του πλοηγού ή άλλου προσώπου που υπηρετεί στο σκάφος, σε ωθούμενο ή ρυμουλκό σκάφος ή σε ωθούμενη ή ρυμουλκούμενη νηοπομπή, με την προϋπόθεση ότι ο μεταφορέας έχει εκπληρώσει τις υποχρεώσεις που καθορίζονται για το πλήρωμα στο άρθρο 3 παράγραφος 3, εκτός εάν η πράξη ή η παράλειψη απορρέει από την πρόθεση να προκληθεί ζημία ή από αμέλεια και εν γνώσει ότι η ζημία θα μπορούσε πιθανότατα να προκληθεί.
2. Η διάταξη περί ευθύνης που αναφέρεται στην παράγραφο 1 αρχίζει να ισχύει μεταξύ δύο συμβαλλόμενων κρατών, αφού η παρούσα Σύμβαση τεθεί σε ισχύ στο δεύτερο κράτος που έχει προβεί στην ίδια δήλωση. Εάν κράτος έχει προβεί σε τέτοια δήλωση μετά την έναρξη ισχύος της Σύμβασης στο κράτος αυτό, η διάταξη περί ευθύνης που αναφέρεται στην παράγραφο 1 αρχίζει να ισχύει την πρώτη ημέρα του μήνα μετά την τρίμηνη περίοδο από την κοινοποίηση της δήλωσης στον θεματοφύλακα. Η διάταξη περί ευθύνης εφαρμόζεται μόνο σε συμβάσεις μεταφοράς που υπογράφηκαν μετά την έναρξη ισχύος της.
3. Δήλωση κατά την παράγραφο 1 είναι δυνατόν να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή με κοινοποίηση στον θεματοφύλακα. Σε περίπτωση ανάκλησης, οι διατάξεις περί ευθύνης που αναφέρονται στην παράγραφο 1 παύουν να ισχύουν από την πρώτη ημέρα του μήνα από την κοινοποίηση ή σε μεταγενέστερο χρόνο που προσδιορίζεται στην κοινοποίηση. Η ανάκληση δεν εφαρμόζεται στις συμβάσεις μεταφοράς που υπογράφηκαν πριν παύσουν να παράγουν αποτελέσματα οι διατάξεις περί ευθύνης.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ X
ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 33
Υπογραφή, κύρωση, αποδοχή, έγκριση, προσχώρηση
1. Η παρούσα Σύμβαση είναι ανοικτή επί ένα έτος προς υπογραφή από όλα τα κράτη στην έδρα του θεματοφύλακα. Η προθεσμία υπογραφής αρχίζει από την ημέρα που ο θεματοφύλακας δηλώσει ότι είναι διαθέσιμα όλα τα αυθεντικά κείμενα της παρούσας Σύμβασης.
2. Κράτη μπορούν να καταστούν συμβαλλόμενα μέρη της παρούσας Σύμβασης:
α) με υπογραφή χωρίς επιφύλαξη ως προς την κύρωση, την αποδοχή ή την έγκριση·
β) με υπογραφή της με επιφύλαξη ως προς την κύρωση, την αποδοχή ή την έγκριση, ακολουθούμενη από κύρωση, αποδοχή ή έγκριση.
γ) με προσχώρηση, μετά την προθεσμία που ορίζεται για υπογραφή.
3. Τα έγγραφα κύρωσης, αποδοχής, έγκρισης ή προσχώρησης κατατίθενται στον θεματοφύλακα.
Άρθρο 34
Έναρξη ισχύος
1. Η παρούσα Σύμβαση αρχίζει να ισχύει την πρώτη ημέρα του μηνός που έπεται της λήξης της τρίμηνης περιόδου από την ημερομηνία υπογραφής της παρούσας Σύμβασης από πέντε κράτη χωρίς καμία επιφύλαξη ως προς την κύρωση, αποδοχή ή την έγκριση ή από την κατάθεση στον θεματοφύλακα των πράξεων κύρωσης, αποδοχής, έγκρισης ή προσχώρησης.
2. Για κάθε κράτος που υπογράφει την παρούσα Σύμβαση κράτη χωρίς επιφύλαξη ως προς την κύρωση, την αποδοχή ή την έγκριση ή που καταθέτει τα έγγραφα κύρωσης, αποδοχής, έγκρισης ή προσχώρησης στον θεματοφύλακα μετά την έναρξη ισχύος της παρούσας Σύμβασης, η Σύμβαση αρχίζει να ισχύει την πρώτη ημέρα του μηνός που έπεται της λήξης τρίμηνης περιόδου από την ημερομηνία υπογραφής χωρίς καμία επιφύλαξη ως προς την κύρωση, την αποδοχή ή την έγκριση ή την κατάθεση στον θεματοφύλακα των εγγράφων κύρωσης, αποδοχής, έγκρισης ή προσχώρησης.
Άρθρο 35
Καταγγελία
1. Η παρούσα Σύμβαση είναι δυνατόν να καταγγελθεί από συμβαλλόμενο κράτος μετά την παρέλευση ενός έτους από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της στο εν λόγω κράτος.
2. Κοινοποίηση καταγγελίας κατατίθεται στον θεματοφύλακα.
3. Η καταγγελία τίθεται σε ισχύ την πρώτη ημέρα του μηνός που έπεται της λήξης περιόδου ενός έτους από την ημερομηνία υποβολής κοινοποίησης της καταγγελίας ή μετά από πιο μακρά περίοδο που αναφέρεται στην κοινοποίηση της καταγγελίας.
Άρθρο 36
Αναθεώρηση και τροποποίηση
Εφόσον το ζητήσει τουλάχιστον το ένα τρίτο των συμβαλλόμενων κρατών της παρούσας Σύμβασης, ο θεματοφύλακας συγκαλεί διάσκεψη των συμβαλλομένων κρατών για την αναθεώρηση ή την τροποποίησή της.
Άρθρο 37
Αναθεώρηση των ποσών παραγραφής της ευθύνης και της λογιστικής μονάδας
1. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 36, όταν προτείνεται αναθεώρηση του ποσού που προσδιορίζεται στο άρθρο 20 παράγραφος 1, ή η αντικατάσταση της μονάδας που καθορίζεται στο άρθρο 28 από άλλη μονάδα, ο θεματοφύλακας, όταν το ζητήσει τουλάχιστον ένα τέταρτο των συμβαλλομένων κρατών της παρούσας σύμβασης, υποβάλλει την πρόταση σε όλα τα μέλη της Οικονομικής Επιτροπής των Ηνωμένων Εθνών για την Ευρώπη, της Κεντρικής Επιτροπής για την ναυσιπλοΐα στο Ρήνο και της Επιτροπής του Δούναβη και σε όλα τα συμβαλλόμενα κράτη, και συγκαλεί διάσκεψη με αποκλειστικό σκοπό την αλλαγή του ποσού που αναφέρεται στο άρθρο 20 παράγραφος 1, ή την αντικατάσταση της μονάδας που καθορίζεται στο άρθρο 28 από άλλη μονάδα.
2. Η διάσκεψη συγκαλείται το ταχύτερο έξι μήνες από την ημερομηνία διαβίβασης της πρότασης.
3. Όλα τα συμβαλλόμενα κράτη της παρούσας Σύμβασης έχουν το δικαίωμα να συμμετέχουν στη διάσκεψη, ανεξάρτητα αν είναι μέλη ή μη των οργανισμών που αναφέρονται στην παράγραφο 1.
4. Οι τροποποιήσεις εγκρίνονται με πλειοψηφία δύο τρίτων των συμβαλλόμενων κρατών της Σύμβασης που εκπροσωπούνται στη διάσκεψη και συμμετέχουν στην ψηφοφορία, με την προϋπόθεση ότι κατά την ψηφοφορία υπάρχει απαρτία τουλάχιστον του ημίσεως των συμβαλλόμενων κρατών της παρούσας Σύμβασης.
5. Κατά τη διάρκεια της διαβούλευσης σχετικά με την τροποποίηση του ποσού που αναφέρεται στο άρθρο 20 παράγραφος 1, η διάσκεψη λαμβάνει υπόψη τα διδάγματα που αποκομίστηκαν από περιστατικά που οδήγησαν σε ζημίες, και ιδίως το ύψος της ζημίας που προκλήθηκε, τις μεταβολές της αξίας των νομισμάτων και τον αντίκτυπο της προτεινόμενης τροποποίησης στα ασφάλιστρα.
6. α) Η τροποποίηση του ποσού σύμφωνα με το παρόν άρθρο μπορεί να τεθεί σε ισχύ το νωρίτερο πέντε έτη από την ημέρα που η παρούσα Σύμβαση άνοιξε προς υπογραφή και το νωρίτερο πέντε έτη από την ημέρα έναρξης ισχύος προηγούμενης τροποποίησης σύμφωνα με το παρόν άρθρο.
β) Το ποσό δεν επιτρέπεται να αυξηθεί τόσο ώστε να υπερβαίνει το ποσό των ανώτατων ορίων ευθύνης που καθορίζεται στην παρούσα Σύμβαση, προσαυξημένο κατά έξι τοις εκατό ετησίως και υπολογιζόμενο σύμφωνα με την αρχή του ανατοκισμού από την ημέρα από την οποία άνοιξε προς υπογραφή η παρούσα Σύμβαση.
γ) Το ποσό δεν επιτρέπεται να αυξηθεί τόσο ώστε να υπερβαίνει το τριπλάσιο των ανώτατων ορίων ευθύνης που καθορίζονται στην παρούσα Σύμβαση.
7. Ο θεματοφύλακας ενημερώνει όλα τα συμβαλλόμενα κράτη για κάθε τροποποίηση που εγκρίνεται σύμφωνα με την παράγραφο 4. Η τροποποίηση θεωρείται ότι έχει γίνει δεκτή αφού παρέλθουν δεκαοκτώ μήνες από την ημερομηνία κοινοποίησής της, εκτός εάν σε αυτό το χρονικό διάστημα τουλάχιστον το ένα τέταρτο των κρατών που είναι συμβαλλόμενα μέρη κατά την έκδοση της απόφασης σχετικά με την τροποποίηση ενημερώσουν τον θεματοφύλακα ότι δεν δέχονται την τροποποίηση· στην περίπτωση αυτή, η τροποποίηση απορρίπτεται και δεν τίθεται σε ισχύ.
8. Τροποποίηση η οποία θεωρείται ότι έχει γίνει δεκτή σύμφωνα με την παράγραφο 7 τίθεται σε ισχύ δεκαοκτώ μήνες από την αποδοχή της.
9. Όλα τα συμβαλλόμενα κράτη δεσμεύονται από την τροποποίηση, εκτός εάν καταγγείλουν την παρούσα Σύμβαση σύμφωνα με το άρθρο 35 τουλάχιστον έξι μήνες πριν από την έναρξη ισχύος της τροποποίησης. Η καταγγελία τίθεται σε ισχύ με την έναρξη ισχύος της τροποποίησης.
10. Όταν τροποποίηση έχει εγκριθεί αλλά δεν έχει παρέλθει η προθεσμία των δεκαοκτώ μηνών για την αποδοχή της, κάθε κράτος το οποίο καθίσταται συμβαλλόμενο μέρος της Σύμβασης κατά τη διάρκεια αυτού του διαστήματος δεσμεύεται από την τροποποίηση εφόσον τεθεί σε ισχύ. Κράτος που καθίσταται συμβαλλόμενο μέρος μετά την πάροδο αυτής της περιόδου δεσμεύεται από τροποποίηση που έγινε δεκτή σύμφωνα με την παράγραφο 7. Στις προαναφερόμενες στην παρούσα παράγραφο περιπτώσεις, κάθε κράτος δεσμεύεται από τροποποίηση αμέσως μόλις τεθεί σε ισχύ ή αμέσως μόλις τεθεί σε ισχύ η παρούσα Σύμβαση στο εν λόγω κράτος, εάν η Σύμβαση τεθεί σε ισχύ αργότερα.
Άρθρο 38
Θεματοφύλακας
1. Η παρούσα σύμβαση κατατίθεται στην κυβέρνηση της Δημοκρατίας της Ουγγαρίας.
2. Ο θεματοφύλακας:
α) κοινοποιεί προς έλεγχο σε όλα τα κράτη που συμμετείχαν στη Διπλωματική Διάσκεψη έγκρισης της Σύμβασης εμπορευ ματικών μεταφορών μέσω των εσωτερικών πλωτών οδών, την παρούσα Σύμβαση στην επίσημη γλώσσα που δεν ήταν διαθέσιμη κατά τη διάσκεψη·
β) ενημερώνει όλα τα κράτη που αναφέρονται στο στοιχείο α) ανωτέρω για κάθε πρόταση τροποποίησης του κειμένου που κοινοποιείται σύμφωνα με το εδάφιο α) ανωτέρω·
γ) καθορίζει την ημερομηνία κατά την οποία καθίστανται σύμφωνες όλες οι εκδόσεις της παρούσας Σύμβασης στις επίσημες γλώσσες και θεωρούνται αυθεντικές·
δ) κοινοποιεί σε όλα τα κράτη που αναφέρονται στο εδάφιο α) ανωτέρω την ημερομηνία που καθορίζεται σύμφωνα με το στοιχείο γ) ανωτέρω·
ε) κοινοποιεί σε όλα τα κράτη που κλήθηκαν στη Διπλωματική Διάσκεψη έγκρισης της Σύμβασης της Βουδαπέστης για τη σύμβαση εμπορευματικών μεταφορών μέσω των εσωτερικών πλωτών οδών και σε όσα υπέγραψαν την παρούσα Σύμβαση ή προσχώρησαν σε αυτή, επικυρωμένα ακριβή αντίγραφα της παρούσας Σύμβασης·
στ) ενημερώνει όλα τα κράτη που έχουν υπογράψει την παρούσα Σύμβαση ή έχουν προσχωρήσει σε αυτή σχετικά με:
i) κάθε νέα υπογραφή, κοινοποίηση ή δήλωση, αναφέροντας την ημερομηνία υπογραφής, κοινοποίησης ή δήλωσης·
ii) την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας Σύμβασης·
iii) κάθε καταγγελία της παρούσας Σύμβασης και για την ημερομηνία κατά την οποία αρχίζει να ισχύει η εν λόγω καταγγελία·
iv) κάθε τροποποίηση που εγκρίνεται σύμφωνα με τα άρθρα 36 και 37 της παρούσας Σύμβασης και για την ημερομηνία έναρξης ισχύος των εν λόγω τροποποιήσεων·
v) κάθε κοινοποίηση που απαιτείται σύμφωνα με μία από τις διατάξεις της παρούσας Σύμβασης.
3. Μετά την έναρξη ισχύος της παρούσας Σύμβασης, ο θεματοφύλακας διαβιβάζει στη Γραμματεία των Ηνωμένων Εθνών επικυρωμένο γνήσιο αντίγραφο της παρούσας Σύμβασης, προς καταχώριση και δημοσίευση, σύμφωνα με το άρθρο 102 του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών.
ΥΠΕΓΡΑΦΗ στη Βουδαπέστη στις είκοσι δύο Ιουνίου 2001 σε ένα και μόνο πρωτότυπο του οποίου τα κείμενα στην ολλανδική, αγγλική, γαλλική, γερμανική και ρωσική είναι εξίσου αυθεντικά.
ΣΕ ΠΙΣΤΩΣΗ ΤΩΝ ΑΝΩΤΕΡΩ, οι υπογεγραμμένοι πληρεξούσιοι, δεόντως προς τούτο εξουσιοδοτημένοι από τις κυβερνήσεις τους, υπέγραψαν την παρούσα Σύμβαση.